Το πέρασμα των Θερμοπυλών την εποχή της ομώνυμης μάχης (480 π.Χ.). Στο αεροφωτογραφικό υπόβαθρο (από Google Earth) του σχήματος παρουσιάζονται τα χερσαία τμήματα του αρχαίου περάσματος. Με πράσινο χρώμα εικονίζεται το έλος, την ύπαρξη του οποίου επιβεβαίωσε η μέχρι τώρα έρευνα και το οποίο καθιστούσε ακόμη στενότερο το πέρασμα από τη μεσαία πύλη.
Ενα μικρό μέρος του έλους που κάποτε έφραζε το πέρασμα των Θερμοπυλών εξακολουθεί να υπάρχει ώς τις μέρες μας.
Η αληθινή όψη των Θερμοπυλών
Ενα μικρό μέρος του έλους που κάποτε έφραζε το πέρασμα των Θερμοπυλών εξακολουθεί να υπάρχει ώς τις μέρες μας.
Τη μορφή που είχαν οι Θερμοπύλες την εποχή της μεγάλης μάχης ανακάλυψαν Ελληνες επιστήμονες! Με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας και ύστερα από ενδελεχή έρευνα της περιοχής, εξαμελής ερευνητική ομάδα κατάφερε να αναπαραστήσει το ανάγλυφο του στενού περάσματος όπου το 480 π.Χ. έλαβε χώρα μία από τις σημαντικότερες στρατιωτικές αναμετρήσεις της Ιστορίας.
Η σημερινή μορφή του χαμηλού ανάγλυφου των Θερμοπυλών ελάχιστη σχέση έχει με την περιοχή όπου η μικρή ελληνική δύναμη με επικεφαλής την πόλη της Σπάρτης και τον Λεωνίδα επιχείρησε να ανακόψει την εισβολή της γιγαντιαίας Περσικής Αυτοκρατορίας του Ξέρξη. Με το πέρασμα του χρόνου, οι αποθέσεις του Σπερχειού ποταμού και των θερμών πηγών άλλαξαν δραστικά τη μορφολογία των στενών και της ακτογραμμής, με αποτέλεσμα ο σύγχρονος επισκέπτης να μην μπορεί να καταλάβει πώς ακριβώς ήταν η περιοχή την εποχή της μάχης.
Η ομάδα με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή του Τμήματος Γεωλογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνο Βουβαλίδη προχώρησε σε στοχευμένες γεωτρήσεις και ηλεκτρικές τομογραφίες του εδάφους, πραγματοποίησε γεωλογική και γεωμορφολογική έρευνα και έκανε ραδιοχρονολογήσεις των δειγμάτων. «Το αποτέλεσμα ήταν να καταλάβουμε πώς ήταν το περιβάλλον εκείνη την εποχή» δηλώνει στην «Espresso» ο κ. Βουβαλίδης.
Ομως τι ακριβώς βρήκαν οι επιστήμονες; «Η αξιολόγηση των ευρημάτων μάς έδειξε ότι ακριβώς δίπλα στη μεσαία πύλη, όπου έγινε και η μάχη των Θερμοπυλών, υπήρξαν αποθέσεις που έδειχναν ένα φυσικό παράκτιο έλος, έναν βάλτο. Αυτός ο βάλτος ήταν πολύ κοντά στο πεδίο της μάχης, απείχε λίγες δεκάδες μέτρα, το πολύ εκατό. Με άλλα λόγια, αλλάζει η άποψη που είχαμε ότι οι Θερμοπύλες ήταν μια στενή λωρίδα γης μεταξύ βουνού και θάλασσας. Στην πραγματικότητα, ήταν μια στενή λωρίδα ανάμεσα σε βουνό και στο υγρό στοιχείο του έλους και της θάλασσας».
Στο σημείο αυτό ο καθηγητής σημειώνει ότι τα ευρήματα της έρευνας επιβεβαιώνουν όσα περιγράφει ο Ηρόδοτος, ότι, δηλαδή, στα ανατολικά του δρόμου συναντά κανείς έλη και θάλασσα.
«Ο Ηρόδοτος περιέγραφε με πολύ μεγάλη ακρίβεια αυτό που εμείς βρίσκουμε από τα δεδομένα μας. Η περιγραφή αυτή είχε θεωρηθεί ως εσφαλμένη από παλαιότερους ερευνητές, όμως εμείς διαπιστώσαμε ότι είναι απολύτως ακριβής για την κλίμακα του πεδίου της μάχης».
Η έρευνα επιβεβαίωσε επίσης την περιγραφή του Ηρόδοτου ότι οι Ελληνες εκμεταλλεύτηκαν το παράκτιο έλος για να κάνουν ακόμη πιο δύσκολο το πέρασμα από τις Θερμοπύλες. «Είχαν στρέψει τα νερά των θερμών πηγών προς το έλος, δηλαδή, το τροφοδοτούσαν με πολύ και ζεστό νερό, έτσι ώστε να μικρύνουν ακόμη περισσότερο το πέρασμα, το οποίο, σύμφωνα με τις αρχαίες περιγραφές, μπορούσε να χωρέσει μόλις μία άμαξα στο στενότερό του σημείο» λέει ο κ. Βουβαλίδης.
Αν και η λεπτομερής απεικόνιση του πεδίου της μάχης αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής έρευνας, οι επιστήμονες επιβεβαίωσαν ακόμη ότι η τελική φάση της τριήμερης μάχης διεξήχθη στο στενότερο σημείο των Θερμοπυλών και συγκεκριμένα στη δεύτερη πύλη, ακριβώς κάτω από τον λόφο του Κολωνού.
Ενα άλλο σημαντικό συμπέρασμα που προέκυψε είναι ότι η αρχαιολογική ανασκαφή του πεδίου της μάχης είναι πρακτικά αδύνατη. «Το σημερινό γεωμορφολογικό περιβάλλον της περιοχής είναι πολύ διαφορετικό από εκείνο του 5ου π.Χ. αιώνα, εξαιτίας των αποθέσεων του Σπερχειού ποταμού και των θερμών πηγών, οι οποίες, όπως αποδείχτηκε, έχουν καλύψει το αρχαίο πέρασμα με ιζήματα πάχους 12-14 μέτρων» επισημαίνει ο κ. Βουβαλίδης.
«Από την άλλη» προσθέτει ο ίδιος «τα ευρήματα της έρευνας μπορούν να αποτελέσουν το υπόβαθρο για την αρχαιολογική αξιοποίηση του πεδίου της μάχης. Με βάση αυτά, οι αρχαιολόγοι μπορούν να δημιουργήσουν ένα αρχαιολογικό πάρκο όπου ο επισκέπτης θα μπορεί να κατανοήσει τη μορφολογία του πεδίου της μάχης των Θερμοπυλών».
Πλην του κ. Βουβαλίδη, την έρευνα συνυπογράφουν οι Γιώργος Συρίδης, Παναγιώτης Τσούρλος και Σοφία Πεχλιβανίδου από το τμήμα Γεωλογίας του ΑΠΘ, ο Κοσμάς Παυλόπουλος από το τμήμα Γεωγραφίας του Χαροκόπειου και η Μαρία-Φωτεινή Παπακωνσταντίνου, διευθύντρια της ΙΔ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων.
ΣTAΘΗΣ ΔEΛHΓΙΩPΓHΣ
Η σημερινή μορφή του χαμηλού ανάγλυφου των Θερμοπυλών ελάχιστη σχέση έχει με την περιοχή όπου η μικρή ελληνική δύναμη με επικεφαλής την πόλη της Σπάρτης και τον Λεωνίδα επιχείρησε να ανακόψει την εισβολή της γιγαντιαίας Περσικής Αυτοκρατορίας του Ξέρξη. Με το πέρασμα του χρόνου, οι αποθέσεις του Σπερχειού ποταμού και των θερμών πηγών άλλαξαν δραστικά τη μορφολογία των στενών και της ακτογραμμής, με αποτέλεσμα ο σύγχρονος επισκέπτης να μην μπορεί να καταλάβει πώς ακριβώς ήταν η περιοχή την εποχή της μάχης.
Η ομάδα με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή του Τμήματος Γεωλογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνο Βουβαλίδη προχώρησε σε στοχευμένες γεωτρήσεις και ηλεκτρικές τομογραφίες του εδάφους, πραγματοποίησε γεωλογική και γεωμορφολογική έρευνα και έκανε ραδιοχρονολογήσεις των δειγμάτων. «Το αποτέλεσμα ήταν να καταλάβουμε πώς ήταν το περιβάλλον εκείνη την εποχή» δηλώνει στην «Espresso» ο κ. Βουβαλίδης.
Ομως τι ακριβώς βρήκαν οι επιστήμονες; «Η αξιολόγηση των ευρημάτων μάς έδειξε ότι ακριβώς δίπλα στη μεσαία πύλη, όπου έγινε και η μάχη των Θερμοπυλών, υπήρξαν αποθέσεις που έδειχναν ένα φυσικό παράκτιο έλος, έναν βάλτο. Αυτός ο βάλτος ήταν πολύ κοντά στο πεδίο της μάχης, απείχε λίγες δεκάδες μέτρα, το πολύ εκατό. Με άλλα λόγια, αλλάζει η άποψη που είχαμε ότι οι Θερμοπύλες ήταν μια στενή λωρίδα γης μεταξύ βουνού και θάλασσας. Στην πραγματικότητα, ήταν μια στενή λωρίδα ανάμεσα σε βουνό και στο υγρό στοιχείο του έλους και της θάλασσας».
Στο σημείο αυτό ο καθηγητής σημειώνει ότι τα ευρήματα της έρευνας επιβεβαιώνουν όσα περιγράφει ο Ηρόδοτος, ότι, δηλαδή, στα ανατολικά του δρόμου συναντά κανείς έλη και θάλασσα.
«Ο Ηρόδοτος περιέγραφε με πολύ μεγάλη ακρίβεια αυτό που εμείς βρίσκουμε από τα δεδομένα μας. Η περιγραφή αυτή είχε θεωρηθεί ως εσφαλμένη από παλαιότερους ερευνητές, όμως εμείς διαπιστώσαμε ότι είναι απολύτως ακριβής για την κλίμακα του πεδίου της μάχης».
Η έρευνα επιβεβαίωσε επίσης την περιγραφή του Ηρόδοτου ότι οι Ελληνες εκμεταλλεύτηκαν το παράκτιο έλος για να κάνουν ακόμη πιο δύσκολο το πέρασμα από τις Θερμοπύλες. «Είχαν στρέψει τα νερά των θερμών πηγών προς το έλος, δηλαδή, το τροφοδοτούσαν με πολύ και ζεστό νερό, έτσι ώστε να μικρύνουν ακόμη περισσότερο το πέρασμα, το οποίο, σύμφωνα με τις αρχαίες περιγραφές, μπορούσε να χωρέσει μόλις μία άμαξα στο στενότερό του σημείο» λέει ο κ. Βουβαλίδης.
Αν και η λεπτομερής απεικόνιση του πεδίου της μάχης αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής έρευνας, οι επιστήμονες επιβεβαίωσαν ακόμη ότι η τελική φάση της τριήμερης μάχης διεξήχθη στο στενότερο σημείο των Θερμοπυλών και συγκεκριμένα στη δεύτερη πύλη, ακριβώς κάτω από τον λόφο του Κολωνού.
Ενα άλλο σημαντικό συμπέρασμα που προέκυψε είναι ότι η αρχαιολογική ανασκαφή του πεδίου της μάχης είναι πρακτικά αδύνατη. «Το σημερινό γεωμορφολογικό περιβάλλον της περιοχής είναι πολύ διαφορετικό από εκείνο του 5ου π.Χ. αιώνα, εξαιτίας των αποθέσεων του Σπερχειού ποταμού και των θερμών πηγών, οι οποίες, όπως αποδείχτηκε, έχουν καλύψει το αρχαίο πέρασμα με ιζήματα πάχους 12-14 μέτρων» επισημαίνει ο κ. Βουβαλίδης.
«Από την άλλη» προσθέτει ο ίδιος «τα ευρήματα της έρευνας μπορούν να αποτελέσουν το υπόβαθρο για την αρχαιολογική αξιοποίηση του πεδίου της μάχης. Με βάση αυτά, οι αρχαιολόγοι μπορούν να δημιουργήσουν ένα αρχαιολογικό πάρκο όπου ο επισκέπτης θα μπορεί να κατανοήσει τη μορφολογία του πεδίου της μάχης των Θερμοπυλών».
Πλην του κ. Βουβαλίδη, την έρευνα συνυπογράφουν οι Γιώργος Συρίδης, Παναγιώτης Τσούρλος και Σοφία Πεχλιβανίδου από το τμήμα Γεωλογίας του ΑΠΘ, ο Κοσμάς Παυλόπουλος από το τμήμα Γεωγραφίας του Χαροκόπειου και η Μαρία-Φωτεινή Παπακωνσταντίνου, διευθύντρια της ΙΔ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων.
ΣTAΘΗΣ ΔEΛHΓΙΩPΓHΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου